(5) Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου ΄98

Αραιά περνώ πια από τα παλαιοπωλεία του Αταρίν. Η Μαντώ, ο Αστέρης έχουν φύγει. Ο γέρο-Ιμπραήμ με φωνάζει, θέλει να μου δείξει κάτι. Είναι μια γάτα από μαύρο βασάλτη, σκονισμένη.

-Πολύ παλιά, από τον καιρό των Φαραώ.

Αναμφιβόλως… Πάντως είναι ένα αντίγραφο σπάνιας ομορφιάς, τουλάχιστον πενήντα χρόνων. Σήμερα δεν μπορούν να φτιάξουν τέτοια εδώ. Ψηλόλιγνη και αριστοκρατική φιγούρα, ενσάρκωση της θεάς-γάτας Μπαστέτ, φέρνει για μια στιγμή στον νου μου τη νεαρή ντόπια συνάδελφο Ντιμά. Καθώς όμως πλησιάζω στο σπίτι κρατώντας την τυλιγμένη, μια άλλη γάτα, ζωντανή, αρχίζει να σκούζει σπαρακτικά, όπως δεν έχω ξανακούσει γάτα να θρηνεί, κοιτώντας συνέχεια προς το μέρος μας. Δεν λέει να πάψει και οι αμφιβολίες για το τι πραγματικά συμβαίνει αυξάνουν.

Το απόγευμα, που βρισκόμαστε με τον Θανάση για καφέ, η κουβέντα έρχεται στο επεισόδιο με τη γάτα.

-Σύμπτωση.

-Πιθανόν, αλλά δεν μπορώ να περιφρονήσω τις πεποιθήσεις ενός πανάρχαιου πολιτισμού.

-Και οι αλαφροΐσκιωτοι παλιά έβλεπαν νεράιδες και άλλα ξωτικά, αλλά στον καιρό τους ο άνθρωπος δεν ταξίδευε στο διάστημα.

-Αλήθεια, και τι ανακαλύπτει; Συγχορδίες κομητών δονούν το διάστημα κι εμείς φοράμε ωτοασπίδες.

Κι εγώ νομίζω ότι η αντίδραση της γάτας οφείλεται πιθανότατα σε φυσικά αίτια, αλλά μου αρέσει να αφήνω ένα περιθώριο στο ανεξήγητο. Έχω επιχειρήματα: Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι το καλύτερο εργαλείο που διαθέτουμε για την κατανόηση του κόσμου, αλλά δεν είναι τέλειο. Στηρίζεται και στα δεδομένα των αισθήσεων, που έχουν ένα περιορισμένο εύρος δυνατοτήτων, το οποίο μάλιστα ποικίλλει στα διάφορα ζώα. Βλέπουμε και ακούμε ό,τι χρειαζόμαστε και ό,τι αντέχουμε. Επίσης έχει υπόψη του τη θεωρία των παράλληλων συμπάντων. Ο Θανάσης όμως έχει ένα πολύ θετικό μυαλό και απορρίπτει κατηγορηματικά το παράδοξο.

Με τους Αιγύπτιους γείτονες, τον χριστιανό Κλωντ και τον μουσουλμάνο Ρέφαατ, που με επισκέπτονται το βράδυ, έχω καλύτερη επικοινωνία. Δεν είναι δεισιδαίμονες, αλλά έχουν να διηγηθούν ιστορίες μυστηρίου, όπως αυτήν της στοιχειωμένης πολυκατοικίας στο Ρούσντι (συνοικία της Αλεξάνδρειας). Οι συνέταιροι στην κατασκευή της είχαν σοβαρές διαφωνίες και ένας από αυτούς απευθύνθηκε σε έναν ειδικό για να καταραστεί τους άλλους, αλλά η κατάρα έπεσε στο κτίριο. Ένας οικοδόμος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών και το αίμα του πότισε το τσιμέντο που χρησιμοποιήθηκε. Αργότερα, κάποιοι από τους ενοίκους της πολυκατοικίας ξύπνησαν μια νύχτα από τις κραυγές ενός άλλου ενοίκου και τον είδαν να πέφτει από ένα παράθυρο του τελευταίου ορόφου. Πολλοί επίσης άκουσαν ουρλιαχτά πόνου τις νύχτες και η πολυκατοικία μένει κλειδωμένη τριάντα χρόνια τώρα.

Η γνώμη τους; Άλλοι λένε ότι η κατασκευή του εσωτερικού του κτιρίου δεν ολοκληρώθηκε, οπότε, εκτός από τον επιβεβαιωμένο θάνατο του οικοδόμου, είναι αμφίβολο αν κατοικήθηκε ποτέ και αν συνέβη κάποια από τις άλλες ιστορίες. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν θα πήγαιναν να μείνουν εκεί.

Οι γείτονες έχουν φύγει και η γάτα κάθεται στη βιβλιοθήκη αινιγματική. Η θέση της δεν είναι εδώ. Είναι το είδωλο της θεότητας μιας ξένης, μυστηριώδους θρησκείας. Την άλλη μέρα επιστρέφω στον Ιμπραήμ και την ανταλλάσσω με ένα κομπολόι από κεχριμπάρι.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου΄98

Αργία σήμερα για τους ντόπιους και, στον δρόμο, η διάχυτη αίσθηση της σχόλης στα πρόσωπα, μαζί με τις χαρούμενες φωνές των παιδιών ανασύρουν μνήμες από παλιές Κυριακές και γιορτές, χαμένες τώρα. Περπατώ στην Κορνίς ανάμεσα από κύματα ντόπιων που πηγαινοέρχονται, παρατηρητής σ΄ αυτό το πανηγύρι.

-Τι γυρεύεις, ταξιδιώτη, σ΄ αυτό το απατηλό ακρογιάλι του Πρωτέα; Θα ήθελες να γυρίσεις πίσω το ποτάμι και να ξαναμαγέψεις τον κόσμο;

-Ξεκίνησα αυτό το ταξίδι χωρίς προορισμό. Μου φαίνεται πως τα βήματά μας τα κατευθύνουν δυνάμεις που δεν ελέγχουμε.

Στο Ιταλικό Προξενείο αφήνω την Κορνίς και ανεβαίνω την οδό Σαφία Ζαγκλούλ. Κατευθύνομαι προς το Elite της μαντάμ Χριστίνας, μια από τις τελευταίες οάσεις κοσμοπολιτισμού στην Αλεξάνδρεια, βαμμένο στα ελληνικά χρώματα, μπλε και άσπρο. Η κυρία Χριστίνα είναι εκεί, ένα γοητευτικό πορτρέτο του αρχαίου Σώφιλου. Όπως εκείνο το μωσαϊκό πορτρέτο του της βασίλισσας Βερενίκης Β΄, που το συναντάς μπαίνοντας στο Ελληνορωμαϊκό Μουσείο, με πολλά στολίδια και με ρωγμές από τον χρόνο. Με προσκαλεί στο τραπέζι της και η πρώτη της κουβέντα είναι:

-Έχει αύρα η Αλεξάνδρεια, δεν βρίσκετε;

Η κυρία Χριστίνα έχει προφανώς ισχυρή διαίσθηση. Της απαντώ πως μάλλον έχει δίκιο και μου περνάει η σκέψη ότι μπορεί και ο Αλέξανδρος να μην ίδρυσε τυχαία εδώ την πόλη του. Μυημένος από τη μητέρα του σ΄ αυτά, διέκρινε την αύρα του τόπου.

Την ρωτώ αν σκέφτηκε να αποσυρθεί, τώρα που όλοι οι συνομήλικοί της ξεκουράζονται στα σπίτια τους. Μου απαντά ότι είναι άνθρωπος του καθήκοντος, όπως θεωρεί κι εμένα (κομπλιμάν), και ότι παρά τα κάποια προβλήματα που έχει με τις αιγυπτιακές αρχές, καθώς το Elite είναι από τα λίγα μαγαζιά που εξακολουθούν να σερβίρουν αλκοόλ, δεν σκοπεύει να το αφήσει όσο την κρατούν τα πόδια της. Αργότερα η κουβέντα έρχεται στον Καβάφη, που το διαμέρισμά του (μουσείο τώρα) στην οδό Σαρμ Ελ Σιχ (πρώην Λέψιους) βρίσκεται δύο τετράγωνα από εδώ. Η κυρία Χριστίνα τον θυμάται να περνά συχνά στον δρόμο μπροστά από το σπίτι της, τον καιρό που εκείνη ήταν κοριτσάκι.

-Περπατούσε πάντα σκεπτικός, με τα χέρια δεμένα πίσω ή στις τσέπες. Και ήταν αυστηρός με τα παιδιά, όταν παίζοντας του έκλειναν τον δρόμο…

”… σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,

να μάθεις και να μάθεις απ΄ τους σπουδασμένους…”

Κ. Καβάφη, ”Ιθάκη”

Ήρθα κι εγώ…

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου ΄98

Τώρα ήταν κι αυτό σύμπτωση; Στο παλαιοπωλείο της Ιμπραημίας μετά τους Ταξιάρχες βρίσκω μια εικόνα του αγίου Παντελεήμονα. Την παίρνω σπίτι. Η όψη του έχει μια γλυκύτητα, όχι την αυστηρότητα άλλων. Δεν είμαι ιδιαίτερα θρήσκος, αλλά αισθάνομαι κιόλας την ευεργετική της επίδραση.

Φωτογραφία από τη σελίδα του Elite στο facebook